by: OSArena
Καθώς το «distrohopping» αποτελεί αγαπημένο σπορ όσων ψάχνονται με τις διανομές του Linux, είναι σύνηθες το φαινόμενο να βλέπουμε δημοσιεύσεις σε ξενόγλωσσες ιστοσελίδες με τίτλους όπως «Top 10 Linux distros for 2021» (με τη χρονολογία να αλλάζει) ή «The best Linux distros» και ούτω καθεξής.
Όμως, με ποια κριτήρια θεωρείται μια διανομή καλύτερη από κάποια άλλη; Με τα υποκειμενικά κριτήρια του κάθε συντάκτη; Με κάποια ψηφοφορία ανά τρίμηνο/εξάμηνο/χρόνο όπου ψηφίζουν σωρηδόν οι απανταχού Λινουξάδες της υφηλίου; Ή, μήπως, με σκοπό τα clicks; Επειδή, πώς να το κάνουμε, τέτοιοι τίτλοι είναι πιασάρικοι.
Η ταπεινή μου άποψη είναι πως ισχύει το τελευταίο. Η αλήθεια είναι πως οι περισσότερες ιστοσελίδες που γράφουν για Linux είναι, δυστυχώς, χαμηλού επιπέδου, χωρίς ωστόσο να ισχυρίζομαι πως δεν έχουν συμβάλει στη διάδοση μα και στη βοήθεια σε -πολύ- αρχάριους που ανακαλύπτουν αυτό το λειτουργικό σύστημα.
Μια αυθαίρετη κατάταξη ως κριτήριο
Άλλοι πάλι θεωρούν ως σοβαρό κριτήριο τα στατιστικά του DistroWatch, όπου σε εμφανές σημείο βρίσκεται ο πίνακας με τις τάσεις της επισκεψιμότητας στην ενότητα της κάθε διανομής που φιλοξενεί αυτή η σελίδα. Αυτό, όμως, είναι απλά μια ένδειξη που αφορά τη συγκεκριμένη ιστοσελίδα και μόνο. Τάση, όχι βαρόμετρο.
Κατά καιρούς, δε, αυτές οι τάσεις είναι απόλυτα ανακριβείς και άμεσα παραποιημένες από διάφορες κοινότητες ή ομάδες που πάνε και κάνουν κλικ στη διανομή που υποστηρίζουν ούτως ώστε να ανεβεί στο top 10. Ξέρω κάμποσες τέτοιες περιπτώσεις και μαζικά καλέσματα κατά το παρελθόν. Επιπλέον, η αντικειμενικότητα του DistroWatch έχει αμφισβητηθεί τόσο παλιότερα όσο και πιο πρόσφατα.
Η υποκειμενικότητα της επιλογής διανομής
Από την άλλη, τι σημαίνει «καλύτερη διανομή Linux» και σε ποιους απευθύνεται αυτή; Σε όλους; Σε νεοεισερχόμενους; Σε ανθρώπους με κάποια εμπειρία; Σε πολύ έμπειρους; Είναι «καλύτερη» αυτή με τα πιο φανταχτερά wallpapers, εικονίδια και εφέ; Εκείνη που θεωρείται πιο εύκολη στην εγκατάσταση και στη χρήση; Υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια για όλα αυτά;
Σαφώς, μια διανομή όπως το Ubuntu ή το Linux Mint είναι πιο εύκολη στα παραπάνω για κάποιον δίχως εμπειρία. Αυτό, όμως, σημαίνει πως είναι «καλύτερες» από τις «δύσκολες» Slackware και Gentoo, για παράδειγμα; Άραγε, το Arch Linux μπορεί να χαρακτηριστεί «καλύτερη» διανομή επειδή -πράγματι- είναι πιο κοντά σε αυτό που εκλαμβάνεται ως «φιλοσοφία του Linux»;
Σε προσωπικό επίπεδο, επειδή μόνο έτσι μπορώ να το δω, κάποτε θεωρούσα ως καλύτερη διανομή για εμένα το Mandrake Linux (μετέπειτα Mandriva). Πιο μετά το Knoppix/Knoppel. Αργότερα το PCLinuxOS, στην πορεία το SUSE (σκέτο, δεν υπήρχε το «open» τότε), κάποια στιγμή το Slackware, και η λίστα συνεχίζεται όλα αυτά τα χρόνια με διανομές να διαδέχονται η μία την άλλη στους υπολογιστές μου.
Μήπως κάθε νέα διανομή που επέλεγα ήταν καλύτερη από τις προηγούμενες; Μπα, μάλλον όχι. Βέβαια, αν με ρωτούσε κάποιος ποιες διανομές μου έμειναν, χωρίς δεύτερη σκέψη θα ανέφερα τις Knoppix/Knoppel, SUSE και PCLinuxOS. Αυτό, όμως, θα το έλεγα επειδή ήταν συνυφασμένες με συγκεκριμένες χρονικές περιόδους της ζωής μου, όχι επειδή θεωρώ πως κάποια τους ήταν καλύτερη από τις άλλες.
Αυτό που μπορώ να πω μετά από τόσα χρόνια είναι πως το όλο θέμα δεν έχει να κάνει τόσο με τις διανομές αλλά περισσότερο με τα συστατικά τους. Και όταν μιλάμε για συστατικά, εννοούμε το γραφικό περιβάλλον, τον διαχειριστή παραθύρων, τον διαχειριστή πακέτων, τις προεγκατεστημένες εφαρμογές (σημαντικό κριτήριο για πολλούς) και, ίσως, το εικαστικό αποτέλεσμα. Υπάρχουν, βέβαια, και άλλοι παράγοντες, όπως η δυνατότητα παραμετροποίησης, μα αυτό, πλέον, δεν είναι κάτι ιδιαίτερο. Βρισκόμαστε στο 2021 και όχι στο 2001.
Καλό στο μάτι αλλά από λειτουργικότητα;
Μέσα σε αυτές τις δεκαετίες έχω δοκιμάσει διανομές που σε εμφάνιση μου έφευγε το σαγόνι στο πάτωμα αλλά εκτόξευαν στο Διάστημα τα ανεμιστηράκια του υπολογιστή, ενώ με άλλες απορούσα γιατί μπήκε στη διαδικασία να τις δημιουργήσει ο άνθρωπος ή η ομάδα που τις έφτιαξε.
Άλλοτε πάλι, αναρωτιόμουν αν ο δημιουργός ήταν ηλίθιος ή αν θεωρούσε όλους εμάς τους υπόλοιπους ηλίθιους. Χαρακτηριστικά, θυμάμαι μια διανομή ινδικής προέλευσης που τι είχε κάνει ο τύπος; Είχε πάρει ένα ISO του Ubuntu, είχε αλλάξει wallpapers και εικονίδια -αισθητικής Bollywood- είχε φορτώσει «την Άρτα και τα Γιάννενα» από προεγκατεστημένες εφαρμογές και, εκτός του υπάρχοντος dock του Unity αριστερά, είχε προσθέσει ένα κάτω και άλλο ένα δεξιά! Αυτό το πράγμα ήθελε να το πουλήσει στην ινδική κυβέρνηση για σχολεία, πανεπιστήμια κλπ.
Υπήρξαν και ορισμένες διανομές που ήταν πραγματικά εξαιρετικές προσπάθειες και πολλά υποσχόμενες, μα που είτε εγκαταλείφθηκαν είτε πουλήθηκαν σε εταιρείες (π.χ. το PearOS).
Όπως είπα και πριν, βρισκόμαστε στο 2021 και τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά από ότι ήταν 10 και 20 χρόνια πριν. Η φιλοσοφία των διανομών έχει αλλάξει και σε αρκετές περιπτώσεις ριζικά.
Θυμάμαι, για παράδειγμα, ότι στις αρχές του 2000 οι διανομές του Linux έρχονταν με 10 αναπαραγωγείς πολυμέσων, 12 περιηγητές, 62 σημειωματάρια και πάει λέγοντας. Ευτυχώς, αυτό στην πορεία άλλαξε —ομολογουμένως, καίριο ρόλο έπαιξε το Ubuntu. Άλλαξε, επίσης, η διαδικασία εγκατάστασης, ο χρόνος μα και η λειτουργικότητα του κάθε γραφικού περιβάλλοντος.
Αναφέρω ξανά το γραφικό περιβάλλον επειδή, τελικά, αυτό είναι ένα από τα προσωπικά κριτήρια επιλογής του καθένα για το ποια διανομή θα προτιμήσει. Ορισμένοι βολεύονται με το περιβάλλον του GNOME, ας πούμε, κάποιοι με το KDE Plasma, ενώ άλλοι προτιμούν το LXDE (σ.σ. εγώ το απεχθάνομαι). Όμως, αυτά είναι προσωπικά γούστα και όχι μαζικά.
Όλα αυτά, βέβαια, αφορούν τις «mainstream» διανομές. Αυτές που, καλώς ή κακώς, θεωρούνται «δημοφιλείς». Ο τομέας των εξειδικευμένων διανομών είναι κάτι εντελώς διαφορετικό, έχουν σαφή προσανατολισμό και κοινό στο οποίο απευθύνονται, και δεν υπάρχει μέτρο σύγκρισης.
Εμπειρικές προτάσεις διανομών, όχι αναπαραγωγή κλισέ
Άρα, δεν υπάρχει «καλύτερη» διανομή; Όχι, επειδή ο όρος είναι άτοπος και, αν μη τι άλλο, προσωπικός και πολυπαραγοντικός.
Συνεπώς, το μόνο που θα μπορούσαμε να κάνουμε ως αρθρογράφοι είναι προτάσεις και τίποτα περισσότερο. Έτσι, όταν κάποιες φορές καλούμαι να προτείνω διανομές, βασιζόμενος στην εμπειρία μου, οι προτάσεις μου είναι οι ακόλουθες:
Σε ανθρώπους που δεν είχαν προηγούμενη επαφή με υπολογιστές προτείνω το Linux Mint με MATE. Συνιστώ τη συγκεκριμένη διανομή επειδή έρχεται πιο έτοιμη από το Ubuntu, ενώ το MATE είναι όπως το παλιό κλασικό desktop, με σύγχρονη τεχνολογία, δυνατότητες παραμετροποίησης και, φυσικά, πολύ απλό στη χρήση.
Για τους απλούς και όχι έμπειρους χρήστες (σ.σ. απεχθάνομαι τον όρο «χρήστης» που τον έχουν καθιερώσει οι εταιρείες μα τον χρησιμοποιώ προκειμένου να γίνω κατανοητός) Windows θα πρότεινα επίσης το Linux Mint με MATE. Ένας ακόμα λόγος για αυτό είναι πως οι διανομές που βασίζονται στο Ubuntu, όπως και το ίδιο, διαθέτουν τεράστια κοινότητα, άπειρες σχετικές ιστοσελίδες, και η επίλυση του όποιου προβλήματος ή απορίας γίνεται σε δευτερόλεπτα.
Στους κάπως πιο έμπειρους χρήστες Windows ταιριάζει το Ubuntu. Με το GNOME που έχει, αφενός μεν δε θα ξενίσει, αφετέρου δε, διαθέτει ένα σύγχρονο περιβάλλον, καλαίσθητο και απλοϊκό, όπως τέλος πάντων θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος πως διαθέτουν οι τελευταίες εκδόσεις των Windows.
Για τους Windows «power users» το openSUSE -που δεν είναι σε καμία περίπτωση «δύσκολη» διανομή- νομίζω πως θα τους ικανοποιήσει περισσότερο. Αν και η κοινότητά του δεν είναι μεγάλη, είναι οργανωμένη και με μεγάλη εμπειρία.
Όσοι έχουν ξεπεράσει τα αρχικά στάδια και αρέσκονται στον πειραματισμό μπορούν να δοκιμάσουν το Fedora, που όμως η κοινότητα που διαθέτει έχει χάσει τη παλιά της αίγλη και ένα αρνητικό που έβρισκα πάντα ήταν η κάπως στρατιωτικού τύπου διαχείριση της διανομής.
Οι χρήστες που διαθέτουν μέσο επίπεδο εμπειρίας στο Linux θα βρουν ενδιαφέροντα τα Manjaro Linux, EndeavourOS, ArcoLinux, Artix Linux και, ίσως, το Parabola GNU/Linux-libre. Αν και οι συγκεκριμένες διανομές έχουν κάνει τεράστια άλματα, καταφέρνοντας να δώσουν τόσες ευκολίες που θα μπορούσαν να προσελκύσουν ακόμα και έναν νεοεισερχόμενο στο Linux, λόγω του τρόπου διαχείρισης των πακέτων τους και άλλων προβλημάτων, όπως αστοχίες υλικού, ενημερώσεων κλπ, νομίζω πως έχουν ακόμα δρόμο μπροστά τους ώστε να απευθυνθούν σε πραγματικά αρχάριους.
Εκείνοι που έχουν περισσότερη εμπειρία μπορούν να προχωρήσουν στο Arch Linux και από εκεί και πέρα οι δρόμοι είναι ανοιχτοί ανάλογα με τη διάθεση, την περιέργεια, την εμπειρία και την απόκτηση γνώσης, φτάνοντας στην κορύφωση που λέγεται Gentoo (συγγνώμη Slack).
Η επιλογή του γραφικού περιβάλλοντος στις πιο πάνω προτάσεις έχει να κάνει με προσωπικά κριτήρια. Αν, για παράδειγμα, κάποιος είναι εξοικειωμένος με οθόνες αφής, τότε τόσο με το GNOME Shell όσο και με το KDE Plasma θα προσαρμοστεί μια χαρά.
Υπάρχουν, φυσικά, και άλλα ενδιαφέροντα περιβάλλοντα, από τα οποία ξεχωρίζω το Budgie. Παρόλα αυτά, όσο όμορφο και αν είναι, ακολουθώντας την αιχμή της τεχνολογίας που προστάζει περιβάλλοντα αφής, αμφιβάλλω αν ένας μη έμπειρος χρήστης θα καταφέρει χωρίς βοήθεια ή αναζήτηση να επιτύχει κάποια απλά πράγματα, όπως να ρυθμίσει την εναλλαγή γλώσσας πληκτρολογίου.
Άλλο παράδειγμα ενδιαφέροντος παραθυρικού περιβάλλοντος είναι το Enlightenment και η συνέχειά του, το Moksha, που το ενσαρκώνει άψογα η διανομή Bodhi Linux. Όμως, παρά τις δυνατότητές του και το όμορφο και προσεγμένο περιβάλλον, σε ορισμένα σημεία είναι πρωτόλειο και αρκετά διαφορετικό στη χρήση από αυτά που έχει συνηθίσει κάποιος με μια μέση ενασχόληση με υπολογιστές.
Η καλύτερη διανομή είναι αυτή που σε καλύπτει
Όλα παραπάνω είναι προσωπική άποψη και τίποτε περισσότερο. Δεν υπάρχει βαρόμετρο για το καλύτερο στο κόσμο του Linux. Ίσως να υπάρχει στα αυτοκίνητα, όχι όμως στις διανομές.
Σε κάθε περίπτωση, ένα USB stick των 4 GB κατ’ ελάχιστο είναι είναι ο καλύτερός σου φίλος. Διανομές υπάρχουν μπόλικες, με γραφικά περιβάλλοντα και διαχειριστές παραθύρων για κάθε ανάγκη. Ψάξε, δοκίμασε, πειραματίσου ανάλογα με τον χρόνο και το μηχάνημά σου και επίλεξε το καλύτερο για εσένα. Όχι αυτό που σου λέει ο Abhishek από το Mumbai ή ο Μήτσος από τη Σταυρούπολη.
Πηγή άρθρου: https://osarena.net\